Τι είναι η Αθρησκεία

Αθρησκεία ( irreligion) είναι η απουσία ή η απόρριψη θρησκευτικών πεποιθήσεων, δογμάτων ή πρακτικών. Περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα απόψεων που αντλούνται από διάφορες φιλοσοφικές και διανοητικές προοπτικές συμπεριλαμβανομένου του Αθεισμού , του αγνωστικισμού , του σκεπτικισμού , του ορθολογισμού και της κοσμικότητας, χωρίς να ταυτίζεται με κάποια απο αυτά ή να αποτελεί δόγμα κατα την δική μας οπτική. Όι αυτοαποκαλούμενοι άθρησκοι απορρίπτουν τα θρησκευτικά δόγματα ώς κείμενα που ορίζουν την κοινωνική οργάνωση & την άσκηση πολιτικής. Ο διαχωρισμός των θρησκειών απο την Επίσημη Πολιτεία είναι θεμελιώδες αίτημα μη θρησκευόμενων ανθρώπων, κυρίως για την διαμόρφωση μια σύγχρονης συμπεριληπτικής πολιτικής με τη συνδρομή της επιστήμης.

Σύμφωνα με την παγκόσμια μελέτη του Pew Research Center το 2012 σε 230 χώρες και περιοχές, το 16% του παγκόσμιου πληθυσμού δεν ταυτίζεται με καμία θρησκεία.  Ο πληθυσμός των μη θρησκευόμενων ατόμων, που μερικές φορές αναφέρονται ως «άθρησκοι», έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Όμως η αξιόπιστη μέτρηση της μή θρησκευτικότητας απαιτεί μεγάλη πολιτιστική ευαισθησία. Πολλές έρευνες θρησκευτικών πεποιθήσεων ταυτίζουν ανθρώπους με ένα θρησκευτικό πολιτιστικό σύστημα ενώ στην πραγματικότητα, το άτομο, δεν κατέχει τα δόγματα αυτού του θρησκευτικού συστήματος ή δεν συμμετέχει στη θρησκευτική του λατρευτική πρακτική. Επίσης, ορισμένοι άλλοι μελετητές ορίζουν την αθρησκεία ως την ενεργητική απόρριψη της θρησκείας, σε αντίθεση με την απλή απουσία μίας θρησκευτικής ταυτότητας. Λαμβάνοντας υπόψην όλα αυτά, αντιλαμβανόμαστε ότι μια αξιόπιστη έρευνα που να προσδιορίζει το ποσοστό άθρησκων ανθρώπων δεν είναι εφικτή στην παρούσα φάση.

Ιστορική τοποθέτηση της έννοιας της θρησκείας

Η θρησκεία είναι μια σύγχρονη έννοια. Η έννοια επινοήθηκε πρόσφατα στην αγγλική γλώσσα και βρίσκεται σε κείμενα του 17ου αιώνα λόγω γεγονότων όπως η διάσπαση του Χριστιανικού κόσμου κατά τη διάρκεια της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης και η παγκοσμιοποίηση στην Εποχή της Εξερεύνησης , τα οποία περιλάμβαναν επαφή με πολλούς ξένους πολιτισμούς με μη ευρωπαϊκές γλώσσες. Μερικοί υποστηρίζουν ότι ανεξάρτητα από τον ορισμό του, δεν είναι κατάλληλο να εφαρμοστεί ο όρος θρησκεία σε μη δυτικούς πολιτισμούς, ενώ ορισμένοι οπαδοί διαφόρων θρησκειών επιπλήττουν χρησιμοποιώντας τη λέξη για να περιγράψουν το δικό τους σύστημα πεποιθήσεων.

Η έννοια της «αρχαίας θρησκείας» πηγάζει από σύγχρονες ερμηνείες μιας σειράς πρακτικών που συνάδουν με μια σύγχρονη αντίληψη της θρησκείας, επηρεασμένη από τον πρώιμο σύγχρονο και τον χριστιανικό λόγο του 19ου αιώνα. Η έννοια της θρησκείας διαμορφώθηκε τον 16ο και 17ο αιώνα, παρά το γεγονός ότι αρχαία ιερά κείμενα όπως η Βίβλος , το Κοράνι και άλλα δεν είχαν λέξη ή ακόμη και έννοια θρησκείας στο οι αρχικές γλώσσες και ούτε οι άνθρωποι ή οι πολιτισμοί στους οποίους γράφτηκαν αυτά τα ιερά κείμενα. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει ακριβές ισοδύναμο της θρησκείας στα εβραϊκά, και ο Ιουδαϊσμός δεν κάνει ξεκάθαρη διάκριση μεταξύ θρησκευτικών, εθνικών, φυλετικών ή εθνοτικών ταυτοτήτων. Μία από τις κεντρικές έννοιες του είναι το halakha , που σημαίνει ο περίπατος ή το μονοπάτι που μερικές φορές μεταφράζεται ως νόμος, που καθοδηγεί τη θρησκευτική πρακτική και πεποιθήσεις και πολλές πτυχές της καθημερινής ζωής. Παρόλο που οι πεποιθήσεις και οι παραδόσεις του Ιουδαϊσμού βρίσκονται στον αρχαίο κόσμο, οι αρχαίοι Εβραίοι έβλεπαν την εβραϊκή ταυτότητα ως μια εθνική ή εθνική ταυτότητα και δεν συνεπαγόταν ένα υποχρεωτικό σύστημα πεποιθήσεων ή ρυθμιζόμενες τελετουργίες.

Τον 1ο αιώνα μ.Χ., ο Ιώσηπος είχε χρησιμοποιήσει τον ελληνικό όρο ιουδαϊσμός (Ιουδαϊσμός) ως εθνικός όρος και δεν συνδέθηκε με σύγχρονες αφηρημένες έννοιες της θρησκείας ή με ένα σύνολο πεποιθήσεων. Η ίδια η έννοια του «Ιουδαϊσμού» επινοήθηκε από τη Χριστιανική Εκκλησία, και ήταν τον 19ο αιώνα που οι Εβραίοι άρχισαν να βλέπουν τον προγονικό τους πολιτισμό ως θρησκεία ανάλογη με τον Χριστιανισμό. Η ελληνική λέξη θρέσκεια , που χρησιμοποιήθηκε από Έλληνες συγγραφείς όπως ο Ηρόδοτος και ο Ιώσηπος, βρίσκεται στην Καινή Διαθήκη .

Η Θρέσκεια μερικές φορές μεταφράζεται ως «θρησκεία» στις σημερινές μεταφράσεις, αλλά ο όρος έγινε κατανοητός ως γενική «λατρεία» μέχρι τη μεσαιωνική περίοδο . Στο Κοράνι, η αραβική λέξη din μεταφράζεται συχνά ως θρησκεία στις σύγχρονες μεταφράσεις, αλλά μέχρι τα μέσα του 1600 οι μεταφραστές εξέφραζαν το din ως «νόμο».

Η σανσκριτική λέξη dharma , που μερικές φορές μεταφράζεται ως θρησκεία, σημαίνει επίσης νόμος. Σε όλη την κλασική Νότια Ασία , η μελέτη του δικαίου συνίστατο σε έννοιες όπως η μετάνοια μέσω της ευσέβειας και οι τελετουργικές καθώς και πρακτικές παραδόσεις . Η μεσαιωνική Ιαπωνία αρχικά είχε μια παρόμοια ένωση μεταξύ του αυτοκρατορικού νόμου και του παγκόσμιου νόμου ή του νόμου του Βούδα, αλλά αργότερα έγιναν ανεξάρτητες πηγές ισχύος.

Αν και οι παραδόσεις, τα ιερά κείμενα και οι πρακτικές υπήρχαν διαχρονικά, οι περισσότεροι πολιτισμοί δεν ευθυγραμμίστηκαν με τις δυτικές αντιλήψεις για τη θρησκεία αφού δεν διαχώριζαν την καθημερινή ζωή από την ιερή. Τον 18ο και 19ο αιώνα, οι όροι Βουδισμός, Ινδουισμός, Ταοϊσμός, Κομφουκιανισμός και παγκόσμιες θρησκείες εισήλθαν για πρώτη φορά στην αγγλική γλώσσα. Οι ιθαγενείς Αμερικανοί θεωρούνταν επίσης ότι δεν είχαν θρησκείες και επίσης δεν είχαν λέξη για τη θρησκεία στις γλώσσες τους. Κανείς δεν αυτοπροσδιορίστηκε ως Ινδουιστής ή Βουδιστής ή άλλοι παρόμοιοι όροι πριν από το 1800. Το "ινδουιστικό" έχει χρησιμοποιηθεί ιστορικά ως γεωγραφικό, πολιτιστικό και αργότερα θρησκευτικό αναγνωριστικό για τους αυτόχθονες στην Ινδική υποήπειρο.

Καθ' όλη τη διάρκεια της μακράς ιστορίας της, η Ιαπωνία δεν είχε καμία έννοια της θρησκείας, καθώς δεν υπήρχε αντίστοιχη ιαπωνική λέξη, ούτε τίποτα κοντά στη σημασία της, αλλά όταν αμερικανικά πολεμικά πλοία εμφανίστηκαν στα ανοικτά των ακτών της Ιαπωνίας το 1853 και ανάγκασαν την ιαπωνική κυβέρνηση να υπογράψει συνθήκες που απαιτούσαν, μεταξύ άλλων, την ελευθερία της θρησκείας, η χώρα έπρεπε να αντιμετωπίσει αυτήν την ιδέα.

Σύμφωνα με τον φιλόλογο Max Müller τον 19ο αιώνα, η ρίζα της αγγλικής λέξης θρησκεία, η λατινική religiō , χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να σημαίνει μόνο σεβασμό προς τον Θεό ή τους θεούς, προσεκτική σκέψη των θείων πραγμάτων, ευσέβεια (που ο Κικέρων προέκυψε περαιτέρω ότι σημαίνει επιμέλεια). Ο Müller χαρακτήρισε πολλούς άλλους πολιτισμούς σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Αιγύπτου, της Περσίας και της Ινδίας, ως έχοντες παρόμοια δομή εξουσίας σε αυτό το σημείο της ιστορίας. Αυτό που ονομάζεται αρχαία θρησκεία σήμερα, θα το έλεγαν μόνο νόμο.

Πηγή: Wikipedia

ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

Υπολογίζεται ότι υπάρχουν 10.000 διαφορετικές θρησκείες παγκοσμίως, αν και σχεδόν όλες έχουν τοπικά, σχετικά μικρούς ακόλουθους. Τέσσερις θρησκείες - Χριστιανισμός , Ισλάμ , Ινδουισμός και Βουδισμός - αντιπροσωπεύουν πάνω από το 77% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 92% του κόσμου είτε ακολουθεί μία από αυτές τις τέσσερις θρησκείες είτε προσδιορίζεται ως μη θρησκευόμενος , που σημαίνει ότι οι υπόλοιπες 9.000+ θρησκείες αντιπροσωπεύουν μόνο το 8% του πληθυσμού μαζί.

Θρησκείες ανα τον κόσμο
Θρησκείες ανα τον κόσμο